Ὁ πατέρας μου ἤθελε νὰ φτιάξει ἕνα σπίτι
Ὁ πατέρας μου ἔφαγε μιά ζωὴ γιὰ νὰ φτιάξει ἕνα σπίτι.
Ἀπογεύματα, Κυριακὲς στὸ κουζινάκι χωρὶς ἕνα γλυκὸ ἢ ἕνα καφενεῖο.
Ὅταν πέθανε ἄφησε ἕνα χορταριασμένο στρατὶ
ἕνα χτίσμα δίχως κουφώματα, δίχως σοφάτια, χρόνια...
Ἄλλαξαν οἱ καιροὶ ποὺ λέει κι ὁ λαός, γεγονότα συνέβησαν...
Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν τὸ βράδυ σὲ κοιτῶ βαθιὰ στὰ μάτια.
Εἶναι μήπως ζήσω ἐγὼ τὴν ταπεινὴ θαλπωρὴ ποὺ ἐκεῖνος δὲν ἔζησε.
Τραγούδι γιὰ τοὺς μοναχικοὺς ἄντρες
Τὸ βράδυ, μαζεύεις ξύλα γιὰ τὸ τζάκι.
Καὶ τὸ πρωί, ἂ τὸ πρωί, τί πικρὴ ποὺ εἶναι ἡ ζωὴ
ὅλο μὲ τὶς στάχτες.
14
Ε.Μ., 49 ετών*
Κλείνει μέσα της μιαν ομίχλη ενώ απ' τ' αυτιά της πίσω βρίσκει
δρόμο και ακάθεκτο το σούρουπο κατεβαίνει.
Ύστερα γυρίζει στο σπίτι. Ανοίγει το μεγάλο δωμάτιο όπου
πράγματα περίεργα ενός απόκοσμου «άλλοτε» ενθύμια για να
αφήνει να μεγαλώνει η ερημιά της, μια μηχανή παλιά
ποδοκίνητη του ραψίματος για να αφήνει να μπαίνει μέσα της ο
μαύρος πλανόδιος τεχνίτης του χρόνου ο ομπρελάς, το μαύρο
πουλάκι ο θάνατος, μια μηχανή του ραψίματος, έχει.
Ενίοτε τρώει πρώτα, είτε, φορές φορές, θυμάται!
«Όλα σκόνη, τα πάντα, και στάχτη —ψελλίζει— όλα
σκόνη και στάχτη».
Στρώνει να κοιμηθεί ύστερα σιγά σιγά και «η ζωή
πέρασε, η ζωή χάθηκε —λέει— το σούρουπο έρχεται,
έφτασε και η νύχτα νά τη κατεβαίνει, τσακάλι που
έχασε λαγό μες στα στενά του δάσους».
Το Ποιημα Ειναι το υπ' αριθ. 14 της ενότητας «Διαβάσεις πεζών» και περιλαμβάνεται στην ποιητική συλλογή Μη σκεπάζεις το ποτάμι (1998)
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ
Γεννήθηκε στη Μεσσήνη το 1951. Σπούδασε Οικονομικά και εργάζεται ως δημόσιος υπάλληλος. Έργα: Ποίηση: Έβδομη συμφωνία (1968), Η κλεφτουριά του κάτω κόσμου (1973), Η θλίψις του προαστίου (1976), Οι πυροτεχνουργοί (1979), Ποιήματα 1968-1976 (1980), Η ιστορία του ξένου και της λυπημένης (1987), Ποιήματα 1968-1987 (1992), Μη σκεπάζεις το ποτάμι (1998). Δοκίμιο: Εκδρομή στην άλλη γλώσσα (α' τομ. 1991 και β' τομ. 1994). Τιμήθηκε με Κρατικό Βραβείο ποίησης (1999).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου